- πενταμέτρου
- πεντάμετροςconsisting of five measuresmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ιαμβέλεγος — ἰαμβέλεγος, ὁ (Α) ασυνάρτητος στίχος που αποτελείται από το πρώτο μέρος ιαμβικού τριμέτρου και από το δεύτερο μισό ελεγειακού πεντάμετρου … Dictionary of Greek